Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Πεδοσείων — earth shaker masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεδοσείων — οντος, ὁ, Α αυτός που σείει το έδαφος, τη γη. [ΕΤΥΜΟΛ. < πέδον «έδαφος» + σείω] … Dictionary of Greek